αλιθόστρωτος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αλιθόστρωτος < α- + λιθοστρώνω + -τος
Επίθετο επεξεργασία
αλιθόστρωτος
- που δεν τον έχουν λιθοστρώσει
Αντώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη λιθοστρώνω
Πηγές επεξεργασία
- αλιθόστρωτος - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- αλιθόστρωτος - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Μεταφράσεις επεξεργασία
αλιθόστρωτος
|