Ετυμολογία

επεξεργασία
ακτινοβολίας πίεση < → δείτε τις λέξεις ακτινοβολία και πίεση

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

ακτινοβολίας πίεση

  • (φυσική) η πίεση που φέρεται να ασκεί μια ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία με την πρόσπτωσή της πάνω σε μια επιφάνεια, η οποία και οφείλεται στην ορμή της, το δε μέγεθος αυτής είναι μετρήσιμο με βάση ιδιαίτερο μαθηματικό τύπο.

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • ενδεικτικότερο φαινόμενο ύπαρξης αυτής είναι η ουρά των κομητών όταν πλησιάζουν τον Ήλιο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία