Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ακκορντεόν < γαλλική accordéon με πιστό μεταγραμματισμό

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ακκορντεόν ουδέτερο άκλιτο