πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αεροναυπηγός οι αεροναυπηγοί
      γενική του αεροναυπηγού των αεροναυπηγών
    αιτιατική τον αεροναυπηγό τους αεροναυπηγούς
     κλητική αεροναυπηγέ αεροναυπηγοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.e.ɾo.naf.piˈɣos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αεροναυπηγός

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αεροναυπηγός αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία