αδενοκαρκίνωμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αδενοκαρκίνωμα < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική adenocarcinoma
Ουσιαστικό επεξεργασία
αδενοκαρκίνωμα ουδέτερο
Μεταφράσεις επεξεργασία
αδενοκαρκίνωμα
αδενοκαρκίνωμα ουδέτερο