Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αγροτεχνολογία οι αγροτεχνολογίες
      γενική της αγροτεχνολογίας των αγροτεχνολογιών
    αιτιατική την αγροτεχνολογία τις αγροτεχνολογίες
     κλητική αγροτεχνολογία αγροτεχνολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αγροτεχνολογία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική agrotechnology • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αγροτεχνολογία θηλυκό

  • οι σύγχρονες μέθοδοι και η χρήση τεχνολογικών επιτευγμάτων στην αγροτική οικονομία για τη βελτιστοποίηση της παραγωγής

  Μεταφράσεις επεξεργασία