• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αγριόπαπια

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Δείτε επίσης
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αγριόπαπια οι αγριόπαπιες
      γενική της αγριόπαπιας —
    αιτιατική την αγριόπαπια τις αγριόπαπιες
     κλητική αγριόπαπια αγριόπαπιες
Κατηγορία όπως «πέστροφα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αγριόπαπια < αγριό- + πάπια

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αγριόπαπια θηλυκό

  • (πτηνό) η άγρια πάπια (από την οποία προέρχεται το οικόσιτο ζώο)

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • αγριόπαπια στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αγριόπαπια
  • αγγλικά : mallard (en)
  • γαλλικά : canard sauvage (fr)
  • γερμανικά : Stockente (de)
  • εβραϊκά : ברכיה (he)
  • ισπανικά : ánade (es)
  • ιταλικά : anatra selvatica (it)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αγριόπαπια&oldid=7123645"
Τελευταία επεξεργασία στις 14 Μαΐου 2025, στις 17:38

Γλώσσες

    • Dansk
    • English
    • Suomi
    • Lietuvių
    • Malagasy
    • Polski
    • Română
    • Русский
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 14 Μαΐου 2025, στις 17:38. Page was rendered with Parsoid.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας