• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αγριοκάτσικο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αγριοκάτσικο τα αγριοκάτσικα
      γενική του αγριοκάτσικου των αγριοκάτσικων
    αιτιατική το αγριοκάτσικο τα αγριοκάτσικα
     κλητική αγριοκάτσικο αγριοκάτσικα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αγριοκάτσικο < σύνθετη λέξη: αγριο- (άγριος) + -κάτσικο (κατσίκι)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αγριοκάτσικο ουδέτερο

  1. (θηλαστικό ζώο) ο αίγαγρος, το άγριο κατσίκι
  2. (μεταφορικά) ακοινώνητος ή ασυμβίβαστος άνθρωπος

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • αίγαγρος

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αγριοκάτσικο

→ δείτε τη λέξη αίγαγρος

Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αγριοκάτσικο&oldid=5628819"
Τελευταία επεξεργασία στις 13 Νοεμβρίου 2022, στις 21:49

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    • Română
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 13 Νοεμβρίου 2022, στις 21:49.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας