Ετυμολογία

επεξεργασία

αγκυρώνω

  1. (ναυτικός όρος) άλλη μορφή του αγκυροβολώ
  2. (τεχνολογία) αγκιστρώνω
  3. (μεταφορικά) σταθεροποιώ

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. 1 2 αγκυρώνω - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)