• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αγευσία

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αγευσία οι αγευσίες
      γενική της αγευσίας των αγευσιών
    αιτιατική την αγευσία τις αγευσίες
     κλητική αγευσία αγευσίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

αγευσία < λόγιο ενδογενές δάνειο: νεολατινική ageusia < a- + αρχαία ελληνική γεῦσις + -ia

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /a.ʝeˈfsi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐γευ‐σί‐α

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

αγευσία θηλυκό

  • (ιατρική) η απώλεια γεύσης

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    αγευσία
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αγευσία&oldid=5447836"
Τελευταία επεξεργασία στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 06:54
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 06:54.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie