αγγλοσαξονική
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | αγγλοσαξονική | ||
γενική | της | αγγλοσαξονικής | ||
αιτιατική | την | αγγλοσαξονική | ||
κλητική | αγγλοσαξονική | |||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία
- αγγλοσαξονική < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου αγγλοσαξονικός
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /aŋ.glo.sa.kso.niˈci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αγ‐γλο‐σα‐ξο‐νι‐κή
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αγγλοσαξονική θηλυκό
- (γλώσσα) άλλη μορφή του αγγλοσαξονικά
Πηγές
επεξεργασία
- αγγλοσαξονικός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασία
αγγλοσαξονική
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του αγγλοσαξονικός