Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αγγίξετε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αγγίζω
  2. θα αγγίξετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αγγίζω