αγαθοσύμβουλος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αγαθοσύμβουλος < μεσαιωνική ελληνική αγαθός + σύμβουλος
Επίθετο επεξεργασία
αγαθοσύμβουλος, -η
- αυτός που δίνει καλές συμβουλές
Μεταφράσεις επεξεργασία
αγαθοσύμβουλος
|
αγαθοσύμβουλος, -η
|