• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

έχουν

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  Ρηματικός τύποςΕπεξεργασία

έχουν

  • γ' πληθυντικό οριστικής ή υποτακτική ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος έχω
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=έχουν&oldid=4805329"
Τελευταία επεξεργασία στις 17 Αυγούστου 2020, στις 20:49

Γλώσσες

    • Čeština
    • English
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 17 Αυγούστου 2020, στις 20:49.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie