Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

έσπασαν τα ταμεία : → δείτε τις λέξεις σπάω και ταμείο

  Έκφραση επεξεργασία

έσπασαν τα ταμεία