άφημα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | άφημα | τα | αφήματα |
γενική | του | αφήματος | των | αφημάτων |
αιτιατική | το | άφημα | τα | αφήματα |
κλητική | άφημα | αφήματα | ||
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
άφημα ουδέτερο
- η ενέργεια και το αποτέλεσμα του αφήνω
Μεταφράσεις επεξεργασία
άφημα
|