Ψαραδέλλης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ψαραδέλλης < + -έλλης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ψαραδέλλης αρσενικό (θηλυκό Ψαραδέλλη)
Ψαραδέλλης αρσενικό (θηλυκό Ψαραδέλλη)