Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Φοσακέσια < ιταλική Fossacesia

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Φοσακέσια θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία