Δείτε επίσης: τσούκα, Τσούκκα
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Τσούκα
      γενική της Τσούκας
    αιτιατική την Τσούκα
     κλητική Τσούκα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈt͡su.ka/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Τσού‐κα

  Ετυμολογία 1

επεξεργασία
Τσούκα < τσούκα (λόφος ή βουνοκορφή)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Τσούκα θηλυκό

  1. ονομασία οικισμών της Ελλάδας
  2. ονομασία νησίδων της Ελλάδας
  3. ονομασία κορυφών βουνών της Ελλάδας

Άλλες γραφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Ετυμολογία 2

επεξεργασία
Τσούκα < γενική ενικού του αρσενικού Τσούκας

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Τσούκα θηλυκό, άκλιτο

Μεταγραφές

επεξεργασία


  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

επεξεργασία

Τσούκα αρσενικό