Τσελεπής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Τσελεπής < (άμεσο δάνειο) τουρκική çelebi και τσελεπής < τσελεμπής (με τη σημασία: ευγενής) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /t͡se.leˈpis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τσε‐λε‐πής
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Τσελεπής αρσενικό (θηλυκό Τσελεπή)
- ανδρικό επώνυμο
- 6 Δεκεμβρίου [1821 ...] Οι επαναστάτες ηττώνται από τα τουρκικά στρατεύματα κοντά στο χωριό Σταυρό της Κρήτης. Πεθαίνει ο οπλαρχηγός Γ[εώργιος] Δασκαλάκης ή Τσελεπής. (Χρονολόγιο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 στη Βικιπαίδεια)