Τσελίκας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Τσελίκας < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική چلیك (çelik, ατσάλι) + -ας[1]
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤσελίκας αρσενικό (θηλυκό Τσελίκα)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Μανόλης Τριανταφυλλίδης (²1995), Τα οικογενειακά μας ονόματα, επιμέλεια: Ε.Σ. Στάθης. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). ISBN 960‑231‑010‑3. 1η έκδοση, μεταθανάτια: 1982, σελ. 75.