Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Τζουμπές οι Τζουμπέδες
      γενική του Τζουμπέ των Τζουμπέδων
    αιτιατική τον Τζουμπέ τους Τζουμπέδες
     κλητική Τζουμπέ Τζουμπέδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Τσελεμεντές (κλίση: καφές)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Τζουμπές < τζουμπές

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Τζουμπές αρσενικό (θηλυκό Τζουμπέ)

Δείτε επίσης επεξεργασία