Τειρεσίας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Τειρεσίας < αρχαία ελληνική Τειρεσίας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤειρεσίας αρσενικό
- αρχαίο ανδρικό όνομα
- ανώνυμη εταιρεία με μετόχους τραπεζικά ιδρύματα όπου σα στόχο έχει να φακελώνει σε βάση δεδομένων την οικονομική συμπεριφορά (π.χ. καθημερινές συνήθειες, επαγγελματικό ιστορικό, κ.α.) των δανειοληπτών και ανάλογα να τους κατατάσσει κλιμακωτά από καλοπληρωτές σε κακοπληρωτές.
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Τειρεσίας < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤειρεσίας αρσενικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία Τειρεσίας
|