Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία el επεξεργασία

Ταλιμπανέζος Ταλιμπάν + -έζος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

Ταλιμπανέζος αρσενικό