Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σιγάλας οι Σιγάλες
Σίγαλαίοι
      γενική του Σιγάλα των
Σίγαλαίων
    αιτιατική τον Σιγάλα τους Σιγάλες
Σίγαλαίοι
     κλητική Σιγάλα Σιγάλες
Σίγαλαίοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Σίνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σιγάλας < (άμεσο δάνειο) ιταλική Sigala + . Πιθανόν (όπως απαντά στη Σαντορίνη) < οικογένεια της Γένοβας. [1][2] Συγγενές το ισπανικό Cigala.

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /siˈɣa.las/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σι‐γά‐λας

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σιγάλας αρσενικό (θηλυκό Σιγάλα)

Μεταγραφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Κηπουρός, Γιάννης (2016) Δεσμοί αίματος και εξ αγχιστείας συγγένειες στο Αιγαίο, 14ος-20ός αι. (Αθήνα: Αρχείο Θηραϊκών Μελετών - Συλλογή Δημήτρη Τσίτουρα, ISBN 978-960-86602-4-3.
  2. Αδαμοπούλου, Μαίρη (2017) «Ο Σιγάλας από τη Γένοβα και ο Γαβαλάς του Βυζαντίου», εφημερίδα Τα Νέα online (23 Φεβρουαρίου 2017)· πρόσβαση: 2020-06-27.