Σαϊπανέζος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Σαϊπανέζος αρσενικό (θηλυκό Σαϊπανέζα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατάγεται ή κατοικεί στη Σαϊπάν, το μεγαλύτερο νησί στις Βόρειες Μαριάνες Νήσοους, κοινοπολιτεία των ΗΠΑ
Δείτε επίσης : σαϊπανέζος |
Σαϊπανέζος αρσενικό (θηλυκό Σαϊπανέζα)