Σίλεια
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Σίλεια | οι | Σίλειες |
γενική | της | Σίλειας | των | Σιλειών |
αιτιατική | τη | Σίλεια | τις | Σίλειες |
κλητική | Σίλεια | Σίλειες | ||
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣίλεια θηλυκό
Μεταφράσεις
επεξεργασία Σίλεια
→ δείτε τη λέξη Σίλια |