Ραφηνιώτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ɾa.fiˈɲo.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ρα‐φη‐νιώ‐της
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ραφηνιώτης αρσενικό (θηλυκό Ραφηνιώτισσα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατοικεί ή κατάγεται από τη Ραφήνα
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Ραφηνιώτης
|