Ρίζος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ρίζος | οι | Ρίζοι |
γενική | του | Ρίζου | των | Ρίζων |
αιτιατική | τον | Ρίζο | τους | Ρίζους |
κλητική | Ρίζο | Ρίζοι | ||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος - κλίση: υπνάκος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ρίζος < ρίζα• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈɾi.zos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ρί‐ζος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΡίζος αρσενικό
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]