Δείτε επίσης: Παῦλος
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Παύλος οι Παύλοι
      γενική του Παύλου των Παύλων
    αιτιατική τον Παύλο τους Παύλους
     κλητική Παύλο
& Παύλε
Παύλοι
Κατηγορία όπως «καμαρότος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Παύλος αρσενικό (θηλυκό Παυλίνα ή Πωλίνα)

  1. ανδρικό όνομα
      ο απόστολος Παύλος (5-15 έως 66-68 μ.Χ.)
  2. (ελληνική ποικιλία αμπέλου, στον ενικό) ελληνική ποικιλία αμπέλου που καλλιεργείται στα νησιά του Ιονίου και παράγει λευκό κρασί
  3. χωριό της Βοιωτίας

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία