Παγγαία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Παγγαία | ||
γενική | της | Παγγαίας | ||
αιτιατική | την | Παγγαία | ||
κλητική | Παγγαία | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Παγγαία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική Pangaea < αρχαία ελληνική πᾶν + γαῖα
Προφορά επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Παγγαία θηλυκό
- (γεωλογία) η ενιαία ήπειρος που συγκέντρωνε όλες τις σημερινές ηπείρους κατά τη διάρκεια του Παλαιοζωικού και του Μεσοζωικού αιώνα
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Παγγαία
|