Ορλεάνη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ορλεάνη | ||
γενική | της | Ορλεάνης | ||
αιτιατική | την | Ορλεάνη | ||
κλητική | Ορλεάνη | |||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ορλεάνη < (άμεσο δάνειο) γαλλική Orléans + -η
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ορλεάνη θηλυκό
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Ορλεάνη στη Βικιπαίδεια
- Orléans στη γαλλική Βικιπαίδεια