Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ονούφρης < Ονούφριος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ονούφρης αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία