Ξενίτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ξενίτης | οι | Ξενίτηδες |
γενική | του | Ξενίτη* | των | Ξενίτηδων |
αιτιατική | τον | Ξενίτη | τους | Ξενίτηδες |
κλητική | Ξενίτη | Ξενίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Ξενίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ξενίτης < + -ίτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ξενίτης αρσενικό (θηλυκό Ξενίτη ή Ξενίτου)