Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ξεκοτέας < + -έας • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ξεκοτέας αρσενικό (θηλυκό Ξεκοτέα)

Μεταγραφές επεξεργασία