Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Νεοφυτία < Νεόφυτος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Νεοφυτία θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία