Μουρίκης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μουρίκης < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /muˈɾi.cis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μου‐ρί‐κης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μουρίκης αρσενικό (θηλυκό Μουρίκη)
Μουρίκης αρσενικό (θηλυκό Μουρίκη)