Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μεγαλοκλῆς < μεγάλος + -κλῆς

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μεγαλοκλῆς αρσενικό