Δείτε επίσης: μαρούλι
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Μαρούλι τα Μαρούλια
      γενική του Μαρουλιού
Μαρουλίου
των Μαρουλιών
Μαρουλίων
    αιτιατική το Μαρούλι τα Μαρούλια
     κλητική Μαρούλι Μαρούλια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Οι δεύτεροι τύποι της γενικής, λόγιοι, παλιότεροι.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «καράτι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Μαρούλι < μαρούλι• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /maˈɾu.li/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μα‐ρού‐λι

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μαρούλι ουδέτερο

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία