Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Μακεδνό τα Μακεδνά
      γενική του Μακεδνού των Μακεδνών
    αιτιατική το Μακεδνό τα Μακεδνά
     κλητική Μακεδνό Μακεδνά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μακεδνό (el) ουδέτερο, ενικός
Μακεδνά πληθυντικός