Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Λιμπέριος < Λιβέριος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Λιμπέριος αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία