Λακεδαίμων
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΛακεδαίμων
- ο Λακεδαίμονας, μυθικός βασιλιάς της Σπάρτης που έδωσε το όνομά του στην περιοχή (ὁ Λακεδαίμων, τοῦ Λακεδαίμονος, τῷ Λακεδαίμονι, τόν Λακεδαίμονα, Λακεδαίμων)
- η χώρα των Λακώνων (ἡ Λακεδαίμων, τῆς Λακεδαίμονος, τῇ Λακεδαίμονι, τήν Λακεδαίμονα, Λακεδαίμων)
- Λακεδαίμονος γῆς δεῦρο νοστήσασ᾽ ἄπο (Ήρθε εδώ απο τη Λακεδαίμονα χώρα) (Ευρ. Ελένη, 474)
- ὅς τοι ἐς εὐρύχορον Λακεδαίμονα... (ο οποίος στη Λακεδαίμονα με τα μεγάλα ανοίγματα για χορούς...)(Ομηρ. Οδ.13.414)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαΛακεδαίμων
- εθνικό όνομα των Σπαρτιατών, όμως με λιγότερο συχνή χρήση επί ατόμων σε σύγκριση με το συνώνυμό του Λακεδαιμόνιος
- επίθετο του Δία
- Διός τε Λακεδαίμονος καὶ Διὸς οὐρανίου (Ηρόδοτος, Ιστ.6,56)