Δείτε επίσης: Λαμάρη

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈla.ma.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Λά‐μα‐ρη

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Λάμαρη
      γενική της Λάμαρης
    αιτιατική τη Λάμαρη
     κλητική Λάμαρη
Κατηγορία όπως «ρίγανη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Λάμαρη < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Λάμαρη θηλυκό, μόνο στον ενικό

  1. χωριό της Εύβοιας
  2. περιοχή στην Ήπειρο

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

Λάμαρη < γενική ενικού του αρσενικού Λάμαρης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Λάμαρη θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Λάμαρη αρσενικό