Κόλπος
Νέα ελληνικά (el) Επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κόλπος | ||
γενική | του | Κόλπου | ||
αιτιατική | τον | Κόλπο | ||
κλητική | Κόλπε | |||
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία Επεξεργασία
Κύριο όνομα Επεξεργασία
Κόλπος ουδέτερο
- (κόλπος) ο Περσικός Κόλπος ή Αραβικός Κόλπος
- ↪ ο πόλεμος του Κόλπου του 1990-91 ( Πόλεμος του Κόλπου στη Βικιπαίδεια )
Δείτε επίσης Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- Κόλπος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα Επεξεργασία
Κόλπος αρσενικό
Πηγές Επεξεργασία
- Κόλπος - ΘΕΤΙΜΑ, Αρχαίες Ελληνικές Διάλεκτοι - Λεξικό κυρίων ονομάτων στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- LGPN, λήμμα Κόλπος