Ετυμολογία

επεξεργασία
Κρις < (μεταγραφή) αγγλική Chris, υποκοριστικό διαφόρων ονομάτων, όπως τα: Christian (Χριστιανός, Χριστιάνα), Christina ή Christine (Χριστίνα), Christopher (Χριστόφορος), αλλά και της αγγλικής εκδοχής του ελληνικού ονόματος Χρήστος: Christos

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κρις αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο

  • όνομα (ανδρικό ή γυναικείο)
    ⮡  Ο Κρις Γουντχάους, όταν κατά τη διάρκεια της Κατοχής βρισκόταν στην Ελλάδα με τη βρετανική στρατιωτική αποστολή, είχε λάβει μέρος στη επιχείρηση της ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοπόταμου
    ⮡  το ήξερες ότι η ηθοποιός φωνής Κρις Άντονυ έχει δανείσει τη φωνή της και σε κοριστίτσικες κούκλες;

Συγγενικά

επεξεργασία