Κατηγορία:Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βούτυρο'
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | βούτυρο | τα | βούτυρα |
γενική | του | βουτύρου & βούτυρου |
των | βουτύρων & βούτυρων |
αιτιατική | το | βούτυρο | τα | βούτυρα |
κλητική | βούτυρο | βούτυρα | ||
όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ουδέτερα προπαροξύτονα ισοσύλλαβα σε -ο / -α που έχουν δύο τύπους γενικής.
Κλίνονται με το πρότυπο {{el-κλίση-'βούτυρο'}}
Δείτε και ουδέτερα όπως το 'πρόσωπο' με έναν τύπο γενικής.
Υποκατηγορίες
Αυτή η κατηγορία έχει τις ακόλουθες 4 υποκατηγορίες, από 4 συνολικά.
Άρθρα στην κατηγορία "Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βούτυρο'"
Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 200 σελίδες, από 721 συνολικά.
(προηγούμενη σελίδα) (επόμενη σελίδα)Α
- αβοκαντέλαιο
- άγανο
- αγγελιόσημο
- αγγελτήριο
- αγγουρέλαιο
- αγιολόγιο
- αγιωνύμιο
- άγκιστρο
- αγουρέλαιο
- αγριοτριανταφυλλέλαιο
- αδιαίρετο
- αδρόνιο
- αεριόμετρο
- αεροθερμόμετρο
- αζιμούθιο
- άζωτο
- Αιγινήτειο
- αιματοσκόπιο
- αισθητήριο
- ακαθόριστο
- ακόντιο
- ακουάριο
- ακρόβαθρο
- ακροκέραμο
- ακροκιβώτιο
- ακροπτερύγιο
- ακρότατο
- ακρότυπο
- ακρυλονιτρίλιο
- ακρωνύμιο
- ακτινίδιο
- ακτινοδισκόφωνο
- ακτωνύμιο
- αλεξίπτωτο
- αλευριτέλαιο
- αλευροπρατήριο
- αλλόφωνο
- αλόφυτο
- αλφαβητάριο
- αμαξοστάσιο
- αμέταλλο
- αμοιβολόγιο
- αμπερώριο
- αμύγδαλο
- άμυλο
- αμυλοζάχαρο
- αμυλοσάκχαρο
- αναβατόριο
- αναγνωσματάριο
- ανάκλιντρο
- αναλόγιο
- αναχωρητήριο
- ανδρείκελο
- ανδρόγυνο
- ανεμολόγιο
- ανεμόμετρο
- ανεμόπτερο
- ανθέμιο
- ανθοκήπιο
- ανθολόγιο
- ανθρωπάριο
- ανθυποβρύχιο
- αντέγγραφο
- αντιβρόχιο
- αντίγραφο
- αντιδάνειο
- αντίδοτο
- αντίθετο
- αντιμήνσιο
- αντιμίνσιο
- αντιμόνιο
- αντίποινο
- αντισωματίδιο
- αντίτιμο
- αντίτυπο
- αντώνυμο
- απόδειπνο
- αποθετήριο
- απολυτήριο
- απόλυτο
- απομονωτήριο
- αποξηραντήριο
- απόρρητο
- αποστακτήριο
- απουσιολόγιο
- αραιόμετρο
- Αρεταίειο
- αρθροσκόπιο
- αρκτικόλεξο
- αρμόνιο
- άροτρο
- Αρσάκειο
- αρχαιοβακτήριο
- αρχέτυπο
- ασβέστιο
- ασφαλιστήριο
- ασφάλιστρο
- ατμόπλοιο
- αυθαίρετο
- αυτεμβόλιο
Β
- βαθμολόγιο
- βαθύμετρο
- βαλάντιο
- βαλβιδοστάσιο
- βαλσαμέλαιο
- βανάδιο
- βανοστάσιο
- Βαρβάκειο
- βάριο
- βαρυόνιο
- βατομουρέλαιο
- βερικοκέλαιο
- βεστιάριο
- βήσαλο
- βιβλιάριο
- βιμπράφωνο
- βιντεοενδοσκόπιο
- βινύλιο
- βινυλοχλωρίδιο
- βιοαπόβλητο
- βιομεθάνιο
- βιομηχανοστάσιο
- βιομόριο
- βολτάμετρο
- βολτόμετρο
- βομβύκιο
- βόριο
- βότανο
- βουστάσιο
- βουτάνιο
- βουτανονιτρίλιο
- βούτυρο
- βρέβιο
- βρόγχιο
- βρογχιόλιο
- βροχόμετρο
- βυνοσάκχαρο
Γ
Δ
- δαιμόνιο
- δαμασκηνέλαιο
- δανειστήριο
- δασμολόγιο
- δασολόγιο
- δασωνύμιο
- δαφνέλαιο
- δαφνόφυλλο
- δειγματολόγιο
- δεκαήμερο
- δελτάριο
- δενδρωνύμιο
- δεσμωτήριο
- δεσποινάριο
- δευτερόλεπτο
- δημοτολόγιο
- δημωνύμιο
- δηνάριο
- διαδίκτυο
- διαιτολόγιο
- διακοποδάνειο
- διαλυτήριο
- διαμονητήριο
- διαστασιολόγιο
- διβάνιο
- διγλυκερίδιο
- διδύμιο
- δικόγραφο
- δίκροτο
- δίκυκλο
- δίμηνο
- διπλότυπο
- δίπτυχο
- δισεκατομμύριο
- δίστιχο
- Δίστομο
- διχλωρομεθάνιο
- διώνυμο
- δίωρο
- δραματολόγιο
- δράπανο
- δρεπανοκύτταρο
- δρομολόγιο
- δρώμενο
- Δωδεκαήμερο
- δωδεκάθεο
- δωρόσημο