Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κάτεγατ < (άμεσο δάνειο) ολλανδική Kattegat (τρύπα της γάτας)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈka.te.ɣat/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κά‐τε‐γατ

  Μεταγραφή επεξεργασία

Κάτεγατ αρσενικό άκλιτο

  • πορθμός μεταξύ Δανίας και Σουηδίας
    ※  Με την ονομασία πορθμός Μπελτ φέρονται δύο πορθμοί στη Βόρεια θάλασσα (Ευρώπη) και συγκεκριμένα εκατέρωθεν της δανικής νήσου Φιονία ή Φιν. Και οι δύο αυτοί πορθμοί συνδέουν τη θάλασσα της νότιο – νοτιοδυτικής Βαλτικής με τον πορθμό του Κάτεγατ, πλην όμως η ναυσιπλοΐα δια μέσου αυτών είναι δυσχερής λόγω των υφισταμένων ισχυρών θαλασσίων ρευμάτων. (Γιώτα Χουλιάρα, Οι σύγχρονες συμπληγάδες, huffintonpost.gr, 5 Αυγούστου 2019)

Άλλες μορφές επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία