Ζαμπέτα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /zamˈbe.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ζα‐μπέ‐τα
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ζαμπέτα | οι | Ζαμπέτες |
γενική | της | Ζαμπέτας | — | |
αιτιατική | τη | Ζαμπέτα | τις | Ζαμπέτες |
κλητική | Ζαμπέτα | Ζαμπέτες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ζαμπέτα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Ζαμπέτα < Ελιζαμπέτα με αποκοπή του ελι- < Ελισάβετ • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε; (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζαμπέτα θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
Ζαμπέτα
|
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
Ζαμπέτα: γενική ενικού του αρσενικού Ζαμπέτας
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζαμπέτα θηλυκό άκλιτο
Ετυμολογία 3 επεξεργασία
Ζαμπέτα: κλιτικός τύπος
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Ζαμπέτα αρσενικό
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ζαμπέτα < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζαμπέτα θηλυκό
- γυναικείο όνομα
- ※ 15ος αιώνας ⌘ Σάθας, Κωνσταντίνος (1877) Μεσαιωνική βιβλιοθήκη, Τόμος 6, σελ.671@books.google
Κλιτικοί τύποι επεξεργασία
- Ζαμπέτας (γενική ενικού)