Δείτε επίσης: Ζαμπέλλα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /zamˈbe.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ζα‐μπέ‐τα

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ζαμπέτα οι Ζαμπέτες
      γενική της Ζαμπέτας
    αιτιατική τη Ζαμπέτα τις Ζαμπέτες
     κλητική Ζαμπέτα Ζαμπέτες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ζαμπέτα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Ζαμπέτα < Ελιζαμπέτα με αποκοπή του ελι- < Ελισάβετ • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;   (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ζαμπέτα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

Ζαμπέτα: γενική ενικού του αρσενικού Ζαμπέτας

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ζαμπέτα θηλυκό άκλιτο

  Ετυμολογία 3 επεξεργασία

Ζαμπέτα: κλιτικός τύπος

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Ζαμπέτα αρσενικό



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ζαμπέτα < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ζαμπέτα θηλυκό

Κλιτικοί τύποι επεξεργασία