Ζαδικόπουλος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ζαδικόπουλος | οι | Ζαδικόπουλοι & Ζαδικοπουλαίοι1 |
γενική | του | Ζαδικόπουλου & Ζαδικοπούλου |
των | Ζαδικόπουλων2 & Ζαδικοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Ζαδικόπουλο | τους | Ζαδικόπουλους3 & Ζαδικοπουλαίους |
κλητική | Ζαδικόπουλε | Ζαδικόπουλοι & Ζαδικοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Ζαδικοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Ζαδικοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ζαδικόπουλος < + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζαδικόπουλος αρσενικό (θηλυκό Ζαδικοπούλου)