Ζέα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈze.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ζέ‐α
Ετυμολογία 1
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ζέα | ||
γενική | της | Ζέας | ||
αιτιατική | τη | Ζέα | ||
κλητική | Ζέα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ζέα < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΖέα θηλυκό
Συνώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασίαΕτυμολογία 2
επεξεργασία- Ζέα < γενική ενικού του αρσενικού Ζέας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΖέα θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΖέα αρσενικό